0.Portret-Walter-Van-Beirendonck---foto-Aad-Hoogendoorn

Ο ασυμβίμβαστος Walter Van Beirendonck!

*Γράφει η Άννα Κιουμουρτζή. 

Μέλος του μεγάλου κύματος επιρροής στον χώρο της μόδας, “Antwerp Six” και πλέον επικεφαλής της Βασιλικής Ακαδημίας της Αμβέρσας και του αντίστοιχου brand του, ο σχεδιαστής Walter Van Beirendonck υπήρξε από καιρό η κινητήρια δύναμη για μερικές από τις μεγαλύτερες αλλαγές στη βιομηχανία της μόδας.

Παίζοντας τεράστιο ρόλο στο κίνημα, ο Van Beirendonck εγκαθίδρυσε την πόλη της Αμβέρσας και την ακαδημία της ως κέντρα μόδας τη δεκαετία του 1980 ενώ μαζί με τους Martin Margiela, Dries Van Noten, Ann Demeulemeester, Marina Yee, Dirk Bikkembergs και Dirk Van Saene, ο σχεδιαστής κατάφερε τόσο να δημιουργήσει ένα όνομα για τον ίδιο αλλά και για τους συναδέλφους σχεδιαστές γύρω του, λόγω των ασυνήθιστων ενδυμάτων τα οποία δημιουργούσαν.

Ωστόσο,  μετά την αποφοίτησή του από την Royal Arts Academy στην Αμβέρσα είχε φτάσει η ώρα για την ίδρυση του δικού του brand το 1983, όπου και έγινε σύμβουλος μόδας κατά τη διάρκεια της περιοδείας τους, για εικονικά συγκροτήματα όπως οι U2 και οι Erasure. Κατά τη διάρκεια των 35 ετών της θητείας του, ο σχεδιαστής έγινε γνωστός για τις τολμηρές, αντισυμβατικές συλλογές του, με αξιοσημείωτα ακροβατικά όπως η κολεξιόν της Άνοιξης/Καλοκαίρι 1989 η οποία συνοδευόταν από την παρουσίαση ενός κόμικ.

Ο σχεδιαστής ήταν πάντα πολύ επηρεασμένος και εμπνευσμένος από τις εικαστικές τέχνες, τη λογοτεχνία, τη φύση και τις εθνολογικές επιρροές. Οι ασυνήθιστοι συνδυασμοί χρωμάτων και η έντονη γραφική επιρροή είναι χαρακτηριστικά για τις συλλογές του. Ένα από τα ορόσημα στη ζωή του ήταν το βραβείο του τιμητικού τίτλου του «Πολιτιστικού Πρέσβη της Φλάνδρας» το 1999.

Παράλληλα, παρέμενε ένας από τους μοναδικούς “τρομοκράτες” αυτού του κώδικα αρρενωπότητας και τυπικότητας από την αρχή της καριέρας του, συνδυάζοντας τεχνικά φουτουριστικά υφάσματα – συχνά αυτά που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε αθλητικά ενδύματα – με τη χειροτεχνία που έμαθε στη Βασιλική Ακαδημία, ενώ επικαλύπτει ένα μοναδικά ηλιόλουστο, χιουμοριστικό, σχεδόν παιδικό φίλτρο στις αναρχικές του σιλουέτες, οι οποίες ωστόσο προερχόντουσαν από άλλες σκοτεινότερες νύξεις με ρίζες στην κουλτούρα του BDSM και της πανκ ροκ.

“Στην αρχή, όταν δούλευα στις συλλογές μου, μου επέτρεψε να ξεφύγω από όλο αυτό το σκοτάδι και προσπαθούσα επίσης να δώσω κάποια φωτεινότητα στον κόσμο”, είχε δηλώσει στην Thessaly La Force και το The New York Times Style Magazine.“Αυτό ακριβώς έχουμε τώρα, έναν σκοτεινό κόσμο και θέλουμε τουλάχιστον να έχουμε κάποια ελπίδα”. Όπως πάντα, παραμένει αρκετά αμφιλεγόμενος, ωστόσο ο ίδιος δεν θεώρησε ποτέ τον εαυτό του προκλητικό, καθώς η πρόθεσή του δεν ήταν ποτέ να σοκάρει μα μόνο να παρουσιάσει.

Τα ρούχα του ήταν γεμάτα οπτικά αστεία, επιστημονική φαντασία, λογότυπα, συνθήματα, ριζοσπαστικές δηλώσεις και χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων. Αποφασισμένος ότι η μόδα η οποία δημιουργεί οφείλει να αλληλεπιδρά με τον χρήστη και κατά κάποιον τρόπο, να επικοινωνεί μαζί τους απευθείας μέσω των ρούχων.

Αργότερα θα δημιουργούσε τον δικό του χαρακτήρα κινουμένων σχεδίων που ονομάζεται Puk Puk, ο οποίος ζούσε στον δικό του εικονικό κόσμο μέσα στον ιστότοπο W&LT. Το 2012 οι καταπληκτικές δημιουργίες του ήταν οι πρωταγωνιστές μιας μεγάλης έκθεσης αναδρομικής προβολής στο Μουσείο Μόδας της Αμβέρσας με τίτλο “Dream The World Awake” ενώ το 2016 παρουσίασε μια συνεργασία, μια συλλογή πέντε εντύπων με το IKEA, οι οποίες κυκλοφόρησαν σε μια ολόκληρη συλλογή αντικειμένων εσωτερικού χώρου.

Δημιουργικός, καινοτόμος, εστιασμένος και έξω από τις γραμμές των τυπικών και παραδοσιακών μεθόδων στον χώρο της μόδας ο Van Beirendonck, δεν χρειάζεται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή τον τρέχοντα τύπο δημοσιότητας για να εκτιμήσει την αξία του, τόσο όσον αφορά το έργο του όσο και την προσωπικότητά του ως καλλιτέχνη και πρεσβευτή μίας ιδιαίτερης αισθητικής και κουλτούρας. Κατάφερε να δημιουργήσει μια αισθητική, να προωθήσει και να συστήσει μία «νέα σχολή» στη βιομηχανία της μόδας και να φέρει στο προσκήνιο, ταμπού έννοιες οι οποίες μπορεί να σχετίζονται με την κοινωνία, τη σεξουαλικότητα, την απελευθέρωση, τα φετίχ, την πολιτική αλλά και πολλά άλλα ζητήματα, που μας πλαισιώνουν.

Φτάνοντας στο τέλος αυτού του άρθρου, πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν αρκεί μόνο ένα cover story για να μιλήσουμε για τον Walter Van Beirendonck και το έργο του. Το καλύτερο που μπορεί κανείς να κάνει, είναι να κοιτάξει την επίσημη ιστοσελίδα του, να εξερευνήσει τη δουλειά του και να διαβάσει όσο μπορεί, αλλά μπορεί και αυτό να μην είναι αρκετό. Διότι, δεν είναι μόνο σχεδιαστής, αλλά μία ολόκληρη εμπειρία της μόδας.

Όπως δήλωσε στο περιοδικό INDIE: “Τα όρια πρέπει να ξεπεραστούν. Αυτό είναι που οι καλλιτέχνες υποχρεούνται να κάνουν, αυτό το είδος σκέψης είναι αυτό που αλλάζει τον κόσμο. Όλα όσα σχεδιάζω τα κάνω πολύ αυθόρμητα και για μένα αισθάνομαι εντελώς φυσιολογικά.

“Νιώθω απολύτως άνετα να κάνω αυτές τις δηλώσεις. Αλλά συνειδητοποιώ ότι ο θεατής μπορεί να αισθάνεται άβολα και μπορεί να το κρίνει ως «κάτι περίεργο». Αυτό λέει πολλά για την ελευθερία με την οποία εργάζομαι και την ελευθερία του νου μου. Δεν οφείλω όμως ούτε πρέπει να προσαρμοστώ στον θεατή”.

Όλες οι εικόνες, προέρχονται από γενική αναζήτηση στο google καθώς και οι πηγές. Περισσότερες πληροφορίες από το προφίλ του σχεδιαστή στο BOF (The Business of Fashion), καθώς και κάποιες αυτούσιες φράσεις του από συνεντεύξεις στα περιοδικά INDIE και The New York Times Style Magazine

Tags:
0 shares
Η Άννα σπούδασε "Επιμέλεια και Επικοινωνία Μόδας" στην Ρώμη όπου και διαμένει. Θεωρεί την μόδα τρόπο ζωής και έκφρασης και της αρέσει να παίζει με την ντουλάπα και τα μαλλιά της. Μία Ελληνίδα που νιώθει λίγο παραπάνω Ιταλίδα, είναι ερωτευμένη με την μίνιμαλ αισθητική, το καλό φαγητό και την αναμετάδωση όλων όσων γίνονται στον χώρο της μόδας.