Μόδα, βιωσιμότητα και καινοτομίες!
*Γράφει η Μαριγώ Στελιάκη.
Το περιβάλλον στην εποχή μας έχει δεχθεί σοβαρό πλήγμα, με προβλήματα που ολοένα και αυξάνονται επηρεάζοντας τις ζωές όλων μας σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Με αυτή την αφορμή αναζητούμε συνέχεια τρόπους να μην επιβαρύνουμε επιπλέον το περιβάλλον. Ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες περιβαλλοντικής καταστροφής αποτελεί η μόδα, με τις μεγάλες αλυσίδες να αποτελούν μέχρι και το 10% της παγκόσμιας εκπομπής ρύπων. Για να μειωθεί αυτό το ποσοστό θα πρέπει τόσο οι εταιρίες, όσο και οι καταναλωτές να αλλάξουν συνήθειες. Και εδώ εισάγονται όροι όπως ανακύκλωση, μεταπώληση, ενοικίαση, επαναχρησιμοποίηση και επισκευή. Ενώ όλα τα παραπάνω δεν χρειάζεται να εξηγηθούν, θα πρέπει να αναφερθούμε σε καινοτόμες ιδέες, που αναπτύσσουν διάφοροι σχεδιαστές, για δημιουργία ενδυμάτων και άλλων ειδών μόδας με μηδενικό ή ελάχιστο αποτύπωμα στο περιβάλλον.
Η Suzanne Lee, ερευνήτρια στο Central Saint Martins, δημιούργησε ύφασμα από καλλιέργειες βακτηρίων με ζάχαρη, μαγιά, καλλιεργημένη μικροβιακή κυτταρίνη και φυσικές βαφές. Με λίγα λόγια, τα βακτήρια βρίσκονται σε ένα θρεπτικό μέσο, τρέφονται με τη ζάχαρη και δημιουργούν λεπτές κλωστές εύκαμπτης κυτταρίνης, σχηματίζοντας ένα είδους δέρμα στην επιφάνεια του υγρού μέσου. Το έργο αυτό εξετάζει πώς οι μικροοργανισμοί θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη βιο-υλικών για χρήση όχι μόνο στη βιομηχανία της μόδας, αλλά και σε άλλους τομείς της παραγωγής, όπου απαιτούνται υφάσματα.
Τα βακτήρια προστίθενται σε ένα ζαχαρούχο διάλυμα πράσινου τσαγιού, που περιέχει επίσης ζύμες και άλλους μικροοργανισμούς. Μετά από δύο έως τρεις εβδομάδες, στην επιφάνεια του υγρού σχηματίζεται ένα “δέρμα” πάχους περίπου 1,5 εκατοστού, το οποίο μπορεί να αφαιρεθεί και να χρησιμοποιηθεί με διάφορους τρόπους. Ακόμα υγρό, μπορεί να διαμορφωθεί σε τρισδιάστατες μορφές, ενώ αν αφεθεί να στεγνώσει επίπεδο, μπορεί να κοπεί και να ραφτεί με τον τρόπο των πιο παραδοσιακών υφασμάτων. Το υλικό βάφεται εύκολα με φυσικές χρωστικές ουσίες. Το προϊόν έχει παρόμοια αίσθηση με το τεχνητό δέρμα, αλλά όπως ακριβώς και τα φυτικά απόβλητα, είναι ασφαλές για κομποστοποίηση στο τέλος της ωφέλιμης ζωής του. Η δημιουργός, προσπαθεί να το βελτιώσει και να το κάνει πιο ανθεκτικό στο νερό.
Άλλοι σχεδιαστές και εταιρείες, που χρησιμοποιούν βιώσιμα υφάσματα, είτε συνεργάζονται με την Lee είτε όχι, είναι η Iris Van Herpen, η οποία χρησιμοποιεί ανακυκλωμένα πλαστικά, η Stella McCartney, η Tory Burch αλλά και οι Balenciaga και Ganni. Επίσης, ένα από τα highlights της χρονιάς, το φόρεμα που “ψέκασε” ο οίκος Coperni πάνω στη Bella Hadid και βασίζεται σε έρευνα του 2003.
Με αφετηρία αυτή τη φιλοσοφία, η Suzanne Lee και η Amy Congdon σε συνεργασία με την εταιρεία βιοτεχνολογίας Modern Medow ανέπτυξαν ένα project δημιουργίας δέρματος, βαμβακιού για πλέξιμο και διαχωριστικού από πολυεστέρα, βιοκατασκευασμένα, το οποίο ονομάζεται Zoa. Το έργο αυτό είναι ένα υλικό πρωτότυπο, που μπορεί να σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους των τεράστιων αποβλήτων, που προκύπτουν από την παραγωγή δέρματος. Το βασικό συστατικό του δέρματος που του προσδίδει την επιθυμητή υφή, ευελιξία και ανθεκτικότητα είναι το κολλαγόνο, η κύρια δομική πρωτεΐνη που βρίσκεται στους συνδετικούς ιστούς στα σώματα των ζώων. Το δέρμα, οι τένοντες και οι σύνδεσμοι συγκρατούνται με αυτό, ως ένα είδος βιολογικής κόλλας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιούμε τα δέρματα μεγάλων ζώων, όπως οι αγελάδες, για την κατασκευή δερμάτινων προϊόντων, καθώς αποτελούν άφθονες αν και μη αποδοτικές πηγές της ένωσης. Εδώ και καιρό έχει αποδειχθεί δύσκολο να βρεθεί ένα υποκατάστατο υλικό, που να μοιράζεται τις υλικές ιδιότητες του ζωικού κολλαγόνου, μειώνοντας παράλληλα το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Τα συνθετικά υλικά συχνά υπολείπονται, καθώς απαιτούν σημαντικές ποσότητες πετροχημικών ή υποβαθμίζονται πολύ πιο γρήγορα. Τα βιολογικά υποκατάστατα, όπως η μικροβιακή κυτταρίνη, είναι πολλά υποσχόμενα, αλλά αντιμετωπίζουν εμπόδια – για παράδειγμα, πώς να γίνουν ανθεκτικά. Άλλα υποκατάστατα που καλλιεργούνται στο εργαστήριο με τη χρήση κυττάρων θηλαστικών έχουν αποδειχθεί ενεργοβόρα και επιρρεπή στη μόλυνση από ευκαιριακούς μικροοργανισμούς. Επιπλέον, ο ιστός θηλαστικών στο εργαστήριο απαιτεί τη χρήση εμβρυϊκού ορού βοοειδών, για να ευδοκιμήσει και αυτός εξάγεται από το αίμα αγέννητων μοσχαριών. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος αυτού, που ονομάζεται εργαστηριακή καλλιέργεια “κρέας” δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο αθώο, όσο ακούγεται.
Οι επιστήμονες και οι σχεδιαστές της Modern Meadow στράφηκαν στο φυτικό βασίλειο και χρησιμοποιούν γενετικά τροποποιημένους μύκητες, που τρέφονται με ζάχαρη για την παραγωγή κολλαγόνου, το οποίο με τη σειρά του καθαρίζεται, πιέζεται και επεξεργάζεται με τις μοναδικές μεθόδους της εταιρείας. Καθώς το Zoa είναι ελεύθερο από τα όρια της ζωικής μορφής, μπορεί να πάρει σχήματα, πάχη και οπτικά εφέ, που δεν ήταν ποτέ πριν δυνατά. Το πρωτότυπο παραγγέλθηκε από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης με αφορμή την έκθεση Items του 2017 “Is Fashion Modern?” σε επιμέλεια της Paola Antonelli. Εδώ το Zoa χρησιμοποιείται σε υγρή μορφή, η οποία του επιτρέπει να μεταμορφώνεται σε σχήμα, και συνδυάζεται με άλλα υλικά χωρίς ραφή.
Σε έργα που συνδυάζουν τη βοτανική και τη φωτογραφία με την ιστορία του σχεδιασμού και της αρχιτεκτονικής, η Diana Scherer χειρίζεται την ανάπτυξη των ριζών των φυτών για να επιτύχει νέες, αλλά και οικείες μορφές. Η διαδικασία παραγωγής μπορεί να διαρκέσει έως και ένα χρόνο, ξεκινώντας με την έρευνα υλικών στη βιολογία: τη δοκιμή διαφόρων ειδών φυτών, όπως χόρτα, συμπεριλαμβανομένων των σπόρων, για να διαπιστωθεί πόσο καλά ανταποκρίνονται σε ένα περιβάλλον που διαμορφώνεται προσεκτικά και διαστρωματώνεται, για να παράγει μοτίβα ανάπτυξης ριζών. Η Scherer κατευθύνει τις ρίζες να αναπτυχθούν σε ένα συγκεκριμένο υπόγειο μοτίβο χρησιμοποιώντας ένα ειδικά σχεδιασμένο πρότυπο- μόλις η ανάπτυξη έχει προχωρήσει αρκετά, οι ρίζες κόβονται, διαχωρίζονται από τα υπόλοιπα φυτά και υποβάλλονται σε επεξεργασία για να διατηρηθούν σταθερές.
Τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας είναι συνθέσεις που κάνουν σαφείς αναφορές στην ιστορία του διακοσμητικού σχεδιασμού, αλλά αποκλίνουν από αυτήν με σημαντικούς τρόπους. Εδώ, ο δημιουργός ασκεί μόνο περιορισμένο έλεγχο, ανοίγοντας την πόρτα στο απρόβλεπτο της βιολογίας και καλωσορίζοντας τις τυχαίες παρατυπίες και ασυμμετρίες, που κάνουν κάθε έργο μοναδικό. Ο καλλιτέχνης αναφέρει ως σημαντική επιρροή το έργο του Γερμανού φωτογράφου Karl Blossfeldt – γνωστού κυρίως για τις ακραίες κοντινές λήψεις φυτών από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά, τις οποίες χρησιμοποιούσε κυρίως ως οπτικό βοήθημα διδασκαλίας. Όπως και ο Blossfeldt, η Scherer αντιμετωπίζει τις βιολογικές μορφές με ευλάβεια, ως έναν ισχυρό οδηγό έμπνευσης.
Και αφού έχουμε επιτύχει με απόλυτα βιώσιμα υλικά τη δημιουργία κάθε είδους -σχεδόν- υφάσματος, θα πρέπει να λυθεί και το πρόβλημα των αξεσουάρ. Η Amy Congdon, από το Central Saint Martins, η οποία συνεργάστηκε με την Suzanne Lee στο project Zoa, αυτή τη φορά ανέπτυξε στο εργαστήριό της αντικείμενα από ανθρώπινα και ζωικά κύτταρα. Αυτό το υποθετικό έργο τοποθετείται στο έτος 2082, όπου η νέα μόδα δεν κατασκευάζεται πλέον αλλά μάλλον γεννιέται και τα ζωντανά κύτταρα αντικαθιστούν το ύφασμα και την κλωστή ως πρώτες ύλες. Μικτά μέσα που περιλαμβάνουν ψηφιακά κεντημένα ικριώματα, σιλικόνη, σμάλτο, κρύσταλλα, δέρμα, μετάξι. Το Biological Atelier δημιουργεί την πιο εξατομικευμένη εμπειρία μόδας, κατασκευάζοντας υφάσματα και αντικείμενα από τα ίδια μας τα κύτταρα, κάνοντας την υψηλή ραπτική να βασίζεται στο μεγαλύτερο αγαθό από όλα, τον εαυτό μας. Στο μέλλον τα κεντήματα και ο σχεδιασμός κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων βασίζεται στην εφαρμογή επιστημονικών μηχανισμών, που μιμούνται το φυσικό και τη λειτουργία των έμβιων όντων.
Αν και πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω εννοιολογικής προτυποποίησης, μεγάλο μέρος αυτής της εναλλακτικής πραγματικότητας είναι εμπνευσμένο από την τρέχουσα επιστημονική έρευνα, υποδηλώνοντας ότι οι εξελίξεις στη βιοτεχνολογία και τη συνθετική βιολογία θα μπορούσαν να ανοίξουν το δρόμο για ανανεώσιμα, οργανικά συστήματα στις βιομηχανίες κλωστοϋφαντουργίας και μόδα. Tο ψηφιακό κέντημα έχει χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή ιατρικών εμφυτευμάτων και η ικανότητα του να μιμείται βιολογικές διαδικασίες θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στις εξελίξεις στον σχεδιασμό κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων. Η σύνδεση με τρέχουσες έρευνες και η διατήρηση της εστίασης στις ανανεώσιμες και οργανικές πηγές φαίνεται μια κατάλληλη και πολλά υποσχόμενη κατεύθυνση για την υψηλή μόδα, η οποία παραμένει ένα από τα πιο σπάταλα πεδία του design.
Η βιομηχανία της μόδας είναι γνωστή για την ικανότητα της να εφαρμόζει τάσεις που έχουν τη δύναμη να διαμορφώνουν την κοινωνία και να επηρεάζουν τις αγοραστικές συνήθειες των καταναλωτών στο σύνολό τους. Αυτή η επιρροή πρέπει να χρησιμοποιηθεί, για να ωθήσει τον κόσμο σε πιο βιώσιμες επιλογές και σε λιγότερες σπατάλες πόρων, ειδικά φυσικών. Το καλό με τον χώρο της μόδας είναι η ευκολία του να αποδεχτεί την αλλαγή και να την προβάλλει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ελπίζοντας ότι η αυτή η αλλαγή θα βελτιώσει τόσο τον ίδιο τον χώρο της μόδας, όσο και ολόκληρο τον πλανήτη.
Πηγές: Biomimetics for Designers, Moma.com
*Φωτογραφία εξωφύλλου: @biofabricate, @YuimaNakazato